δημοτικό σχολείο
Greek
editAlternative forms
edit- δημοτικό n (dimotikó)
Noun
editδημοτικό σχολείο • (dimotikó scholeío) n (plural δημοτικά σχολεία)
Declension
editFurther reading
edit- δημοτικό σχολείο on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
δημοτικό σχολείο • (dimotikó scholeío) n (plural δημοτικά σχολεία)