αναλογική αντιπροσώπευση
Greek
editNoun
editαναλογική αντιπροσώπευση • (analogikí antiprosópefsi) f (uncountable)
Declension
edit- see: αναλογικός (analogikós) and αντιπροσώπευση (antiprosópefsi)
αναλογική αντιπροσώπευση • (analogikí antiprosópefsi) f (uncountable)