αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές

Greek edit

Noun edit

αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές (aftómates tameiologistikés michanésf

  1. Plural form of αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή (aftómati tameiologistikí michaní).