κερατοειδής χιτώνας
Greek edit
Alternative forms edit
- κερατοειδής χιτών (keratoeidís chitón)
- κερατοειδής (keratoeidís)
Noun edit
κερατοειδής χιτώνας • (keratoeidís chitónas) m (plural κερατοειδείς χιτώνες)
κερατοειδής χιτώνας • (keratoeidís chitónas) m (plural κερατοειδείς χιτώνες)