τηλεομοιοτυπία
Greek
editNoun
editτηλεομοιοτυπία • (tileomoiotypía) f (plural τηλεομοιοτυπίες)
Declension
editDeclension of τηλεομοιοτυπία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | τηλεομοιοτυπία • | τηλεομοιοτυπίες • |
genitive | τηλεομοιοτυπίας • | τηλεομοιοτυπιών • |
accusative | τηλεομοιοτυπία • | τηλεομοιοτυπίες • |
vocative | τηλεομοιοτυπία • | τηλεομοιοτυπίες • |
Synonyms
edit- φαξ n (fax)
- τηλεομοιότυπο n (tileomoiótypo)
Further reading
edit- τηλεομοιοτυπία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el