User:Jberkel/lists/wanted/20220101/el/data

el	-ώ	-άω	-ω	Appendix:Greek verbs	αεροφωτογραφίζω	ανησυχώ	αξιολογώ	κυκλοφορώ	φωτογραφίζω	χρονολογώ
el	ασυζητητί	indisputably	undeniably	unquestionably	αναμφίβολα	αναμφισβήτητα	αναντίρρητα	συζητάω
el	πληγή	pest	plague	pliyii	sore	wound	πλήττω	πληγώνω
el	φρουρός	guard	guardian	sentinel	soldier	watch	φρουρά	φύλακας
el	-ση	ανακάλυψη	ανευφήμηση	δόση	μετάδοση	παράδοση	σύνοψη
el	Σταυράκης	Stavarache	Stavarachi	Stavrache	Stravrache	Stăvărache	Stăvărachi
el	εξαντλώ	consume	wear out	αντλώ	ξεκωλιάζω	ξεκωλώνω	στραγγίζω
el	θανατηφόρος	-φόρος	baneful	killer	lethal	pernicious	θανατηφόρος
el	κατέχω	master	possess	έχω	απαγάγω	κάτοχος κάρτας	ξέρω
el	καταδέχομαι	catadicsi	condescend	deign	ακατάδεχτος	ακαταδεξία	δέχομαι
el	λαχταρώ	ache for	crunch	hunger	itch	long/translations	yearn
el	ξεπερασμένος	obsolete	out of date	outdated	rusty	stale	αραχνιασμένος
el	παλαμίδα	Appendix:Balkanisms	Atlantic bonito	bonito	palamut	pălămidă	بلوط
el	πρόβλεψη	contemplation	forecast	prediction	provision	βλέπω	προβλέπω
el	πρόνοια	foresight	pronie	pronoia	providence	welfare	προσοχή
el	σαΐτα	arrow	sagitta	shuttle	βέλος	κερκίδα	τόξο
el	σαχλός	corny	insipid	ludicrous	schmaltzy	silly	soppy
el	συνένωση	combination	concatenation	join	συμφυρμός	σύναψη	σύνδεση
el	σύγχυση	bewilderment	clutter	conflation	confusion	obfuscation	perplexity
el	τρομακτικός	dreadful	fearful	frightening	scary	τρομερός	τρόμος
el	υποφέρω	ache	anguish	go through	suffer	φέρω	χτικιάζω
el	ωφέλεια	benefit	κέρδος	ωφελώ	όφελος	ὀφείλω	ὠφέλεια
el	-ομαι	-ω	απεκδύομαι	νοστιμεύω	σιχαίνομαι	υποπτεύομαι
el	Νικολαΐδης	Neculaide	Nicholson	Nicolaide	Niculaide	Νικολαΐδης
el	ίδρυση	establishment	foundation	ιδρύω	καθιδρύω	ἵδρυσις
el	διαμόρφωση	format	modulation	διάρθρωση	διαμορφώνω	μόρφωση
el	διαυγής	clear	translucent	αθόλωτος	διαφανής	διαύγεια
el	διερμηνεύω	interpret	διερμηνέας	διερμηνευτής	διερμηνεύτρια	ερμηνεύω
el	διοίκηση	command	management	regime	διοίκησις	μάνατζμεντ
el	ενήλικος	adult	ενηλικιώνομαι	ηλικία	μεγάλος	μωρό
el	ενδεχόμενο	chance	contingency	contingent	likelihood	ενδέχεται
el	ενεργούμενο	energumen	instrument	pawn	tool	ενεργούμενος
el	επανάληψη	epanalepsis	repetition	ανεπανάληπτος	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	ερημίτης	hermit	loner	recluse	έρημος	πάγουρος
el	εύγε	hurrah	way to go	well done	αίσχος	ντροπή
el	εύθυμος	gay	Ευθυμία	άκεφος	ευθυμία	κεφάτος
el	ζευγάρωμα	coupling	mating	sexual intercourse	ζευγάρι	συνουσία
el	θα ήθελα	Appendix:Greek phrasebook/Accommodation	Appendix:Greek phrasebook/Shopping	would like	ήθελα	θέλω
el	ιδιότροπος	fussy	wayward	ανάποδος	δύσκολος	παράξενος
el	ιμάντας	band	belt	strap	κεμέρι	ἱμάς
el	ισχυρογνωμοσύνη	obduracy	obstinacy	stubbornness	γινάτι	πείσμα
el	καίτοι	albeit	but	though	while	αν και
el	κακομαθημένος	spoiled	spoilt	καλομαθημένος	μαθαίνω	μαθημένος
el	κακομοίρης	poor	καημένος	καλομοίρης	μοίρα	ταλαίπωρος
el	καλομαθαίνω	coddle	indulge	pamper	spoil	μαθαίνω
el	κατάπληξη	amazement	astonishment	awe	disbelief	καταπληκτικός
el	καταγωγή	ancestry	background	birth	line	origin
el	καταπλήσσω	amaze	astound	awe	flabbergast	καταπληκτικός
el	κατορθώνω	achieve	attain	manage	succeed	ορθώνω
el	κλέπτω	κλεμμένος	κρύβω	κόβω	σκάβω	στρίβω
el	κληρονομιά	inheritance	legacy	patrimony	κληρονομώ	κληρονόμος
el	κοσμικός	cosmic	mundane	secular	worldly	κόσμος
el	κουρσεύω	pillage	pirate	plunder	sack	κουρσάρος
el	κριτής	critic	judge	referee	κρίνω	κριτής
el	κύων	Reconstruction:Proto-Indo-European/ḱwṓ	Μέγας Κύων	Μικρός Κύων	κύων	σκύλος
el	λαβίδα	forceps	tweezers	λαβίς	μασιά	τσιμπίδα
el	λανθασμένος	erroneous	wrong	λάθος	λανθασμένα	λανθασμένως
el	λογοδιάρροια	logorrhea	verbal diarrhea	διάρροια	διαρρέω	λόγος
el	μειωτικός	derogatory	diminutive	disparaging	meiotic	pejorative
el	μελαγχολία	gloom	melancholy	melancolie	milanculii	მელანქოლია
el	μεταμορφώνω	transform	turn into	μεταμορφόω	μεταμόρφωση	μορφή
el	μηνάω	αμήνυτος	διαμηνύω	μήνυμα	μηνύω	προμηνύω
el	μισητός	heinous	invidious	αγαπημένος	μισημένος	μισώ
el	μυρώνω	anoint	mirosi	njurzescu	μυροβλυσία	μυρωμένος
el	ξεχείλισμα	outpouring	overflow	ξεχειλίζω	υπερχείλιση	χείλος
el	παράκαμψη	bypass	detour	diversion	shortcut	παρακάμπτω
el	παρωνύμιο	cognomen	επωνυμία	παρατσούκλι	πατρωνυμικός	όνομα
el	παύση	hiatus	pause	rest	παύω	παῦσις
el	περιβάλλω	encompass	envelop	βάλλω	περιβόλι	περικλείω
el	ποθώ	desire	hunger	love/translations	lust	θέλω
el	προσαρμογή	adaptation	adjustment	mode	orientation	προσαρμόζω
el	προσβάλλω	affect	insult	outrage	βάλλω	προσβολή
el	πρόσκληση	call	encore	invitation	invite	προσκαλώ
el	πρόστυχος	ignoble	lewd	nasty	vile	vulgar
el	ρύθμιση	adjustment	disposition	mode	regulation	έλεγχος
el	σαφής	definite	explicit	perspicuous	unambiguous	unequivocal
el	σελήνη	Moon	moon/translations	new moon	Σελήνη	φεγγάρι
el	σεντούκι	Appendix:Balkanisms	chest	coffer	trunk	صندوق
el	σταυρώνω	cross	crucify	stãvrusescu	σταυρός	σταύρωση
el	στύλος	pillar	post	shaft	stanchion	style
el	συνεπώς	consequently	άρα	επομένως	συνεπής	ώστε
el	συνουσιάζομαι	have sex	sex/translations	γαμάω	κοιμάμαι	πηδάω
el	συνωμοτώ	collude	connive	conspire	scheme	συνωμοσία
el	σόφισμα	sophism	sophistry	σοφία	σοφός	σόφισμα
el	σύζευξη	conjugation	conjunction	connection	coupling	union
el	τέχνασμα	device	subterfuge	wile	απάτη	κομπίνα
el	ταξινόμηση	breakdown	categorization	classification	ranking	taxonomy
el	τιποτένιος	nobody	paltry	trivial	worthless	τίποτε
el	τριάδα	leash	triad	trinity	τρία	τρίο
el	υποβάλλω	subject	submit	βάλλω	καταθέτω	παρουσιάζω
el	υποστηρίζω	bolster	countenance	second	αλληλοϋποστηρίζομαι	είμαι
el	φανατικός	bigoted	fanatic	fanatical	idolatrous	rabid
el	φθορά	attrition	corrosion	dilapidation	fatigue	φθορά
el	φλαμούρι	ash	basswood	flamma	linden	فلامور
el	φορεσιά	Appendix:Balkanisms	φοράω	φόρεμα	فراجه	فرجية
el	φυσίγγιο	cartridge	shell	σφαίρα	φυσάω	فشنگ
el	χαιρετίζω	cheer	heretisanje	salute	χαίρομαι	χαίρω
el	χυδαίος	vile	vulgar	vulgarian	αγενής	χυδαῖος
el	-αρος	-άκι	-άρα	-άρας	-αράς
el	-εύω	-εία	κουτσομπολεύω	πουστεύω	συμβουλεύω
el	-η	-s	άμπωτη	διήθηση	υπόψη
el	-ς	-άρας	κετσές	μπαμπάς	σοφάς
el	-της	Myroblyt	myroblyte	αναγνώστης	μυροβλύτης
el	Ελληνική Δημοκρατία	Hellas	Hellenic Republic	Ελλάς	音訳
el	Εστία	Appendix:Planets	Hestia	Vesta	Ἑστία
el	Ηπειρώτης	Epirote	ipirot	Ήπειρος	Ἠπειρώτης
el	Θεέ μου	by God	oh dear	oh my God	Θεός
el	Ιερεμίας	Jeremiah	ירמיה	Ἰερεμίας	Ἱερεμίας
el	Κούλα	Άγγελος	Βάσω	Βίκυ	Βασιλική
el	Κωνσταντάκης	Constanadache	Constandache	Costandache	Costandachi
el	Μέλισσα	Melis	Melisa	Melissa	Μέλισσα
el	Πανταζής	Pantaze	Pantazi	Pantazie	Pantaziu
el	Σμαραγδάκης	Smarandache	Smărăndache	Zmarandache	Zmărândache
el	Σπυρίδων	Dealul Spirii	Spiridon	Spiru	Spyridon
el	άρνηση	declination	denial	negation	αρνούμαι
el	έκσταση	ecstasy	rapture	στάση	ἔκστασις
el	έλασμα	foil	lamina	plate	ἔλασμα
el	έμπνευση	afflatus	inspiration	εμπνέω	εμπνευσμένος
el	αποχαιρετισμός	adieu	farewell	goodbye	υποδοχή
el	απροειδοποίητος	ανειδοποίητος	ειδοποιώ	προειδοποιημένος	προειδοποιώ
el	απρόβλεπτος	casual	unforeseeable	unforeseen	βλέπω
el	αρχέγονος	primeval	primitive	primordial	απόγονος
el	ασύμφωνος	ασυμβίβαστος	συμφωνημένος	συμφωνώ	φωνή
el	ατελής	imperfect	inchoate	incomplete	ατελείωτος
el	αυτοδημιούργητος	self-caused	self-made	δημιουργημένος	δημιουργός
el	βρομιά	βρομάω	βρομο-	βρόμη	βρόμικος
el	γενεαλογία	ancestry	lineage	γένος	γενεαλογία
el	γενναιότητα	courage	fortitude	θάρρος	κουράγιο
el	γεωγραφικό μήκος	longitude	γεωγραφικό	γεωγραφικός	μήκος
el	γεωγραφικό πλάτος	latitude	γεωγραφικό	γεωγραφικός	πλάτος
el	γηρατειά	age	old age	γεράματα	νιάτα
el	γινόμενο	cross	product	γεννημένος	μειωτέος
el	γνήσιος	genuine	legitimate	ακίβδηλος	αυθεντικός
el	γοητευμένος	charmed	αγοήτευτος	γοητεία	γοητεύω
el	γυάλα	jar	γυαλί	δοχείο	θερμοκοιτίδα
el	δίωξη	action	persecution	διώκω	διώχνω
el	δαγκάνα	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	mandible	δαγκάνω	δαγκώνω
el	δειλινό	evening	αυγή	χάραμα	χαραυγή
el	δεξιόστροφος	clockwise	dextrorotatory	αριστερόστροφος	στρέφω
el	δερβίσης	Dervish	dervish	derviş	درویش
el	διάσπαση	chasm	decomposition	fission	διασπώ
el	διάταξη	array	disposition	layout	διάρθρωση
el	διάφραγμα	septum	shutter	διάφραγμα	φράζω
el	διαβιβάζω	-βιβάζω	shuttle	διαβάζω	διαμηνύω
el	διαβολάκι	imp	pickle	urchin	διάβολος
el	διαγράφω	black out	cancel	delete	strike
el	διαγραφή	deletion	αντιγραφή	αποκοπή	επικόλληση
el	διαδίδω	δίδω	εξάγω	εξαγωγή	προϊόν
el	διακεκομμένος	discontinuous	intermittent	διακόπτω	κόβω
el	διασκευή	cover version	remix	revision	διασκευάζω
el	διαστρέφω	belie	distort	garble	στρέφω
el	διαχείριση	administration	management	διαχειρίζομαι	μάνατζμεντ
el	διαχωρισμός	demarcation	severance	απαρτχάιντ	χωρίζω
el	διεισδύω	infiltrate	percolate	pierce	δύω
el	διευκολύνω	ease	expedite	facilitate	εύκολος
el	διχόνοια	dihonie	discord	division	faction
el	εγγεγραμμένος	Appendix:Greek pronunciation	incircle	εγ-	εγγράφω
el	εγκύκλιος	circular	circular letter	flyer	ἐγκύκλιος
el	εισαγωγικός	introductory	εισάγω	εισαγωγή	εισαγωγικά
el	εκκαθάριση	liquidation	purge	settlement	ανεκκαθάριστος
el	εκλεκτός	elect	fine	prime	the one
el	εκπυρσοκροτώ	discharge	go off	κροτώ	κρότος
el	ελεεινός	deplorable	disgraceful	forlorn	wretched
el	εμπρόσθιος	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	forward	front	εμπρός
el	ενήλικας	adult	major	ενηλικιώνομαι	ηλικία
el	ενδεχόμενος	susceptible	ενδέχεται	ενδεχομένως	πιθανός
el	ενημερώνω	brief	fill in	keep someone posted	update
el	ενσωματωμένος	baked-in	built-in	embedded	onboard
el	εντυπωσιάζω	impress	strike	εντυπωσιακός	εντύπωση
el	εντός	in/translations	within	έξω	μέσα
el	εξάλειψη	elimination	suppression	αλείφω	εξαλείφω
el	εξασκώ	bring to bear	train	ασκώ	εξάσκηση
el	εξοργίζω	exasperate	infuriate	provoke	θυμώνω
el	επανδρώνω	crew	man/translations	staff	παντρεύω
el	επενδύω	δύω	επένδυση	επενδυτής	επενδύτης
el	επιβεβαίωση	attestation	confirmation	corroboration	declaration
el	επιδεξιότητα	ability	adroitness	dexterity	skill
el	επικάλυψη	overlap	topping	επικαλύπτω	κάλυψη
el	επικαλούμαι	appeal	invoke	quote	καλώ
el	επιμελής	assiduous	careful	meticulous	mindful
el	επιούσιος	daily bread	living	ουσία	ἐπιούσιος
el	επιπροσθέτως	additionally	besides	in addition	on top of
el	επιστασία	supervision	επιβλέπω	επιστάτης	επιστάτρια
el	επιτομή	abstract	compendium	digest	epitome
el	ερωτευμένος	amorous	in love	ερωτεύομαι	μπούνια
el	ευνουχίζω	castrate	neuter	ευνουχισμός	στειρώνω
el	ευωχία	banquet	feast	glee	wassail
el	εχεμύθεια	discretion	reticence	secrecy	taciturnity
el	εύκαμπτος	flexible	pliable	resilient	κάμπτω
el	ζηλεμένος	αξιοζήλευτος	ζήλος	ζηλευτός	ζηλεύω
el	ζημία	damage	injury	κέρδος	όφελος
el	ζωντάνια	liveliness	vitality	ζωή	ζωντανός
el	ζωντανό	ζωή	ζωντανός	ζωντόβολο	ζώο
el	θαλασσοπούλι	seabird	γλαροπούλι	θάλασσα	πουλί
el	θαλασσόλυκος	salt/translations	seadog	θάλασσα	λύκος
el	θρήσκος	pious	religious	θρησκεία	θρῆσκος
el	θυρωρός	concierge	doorman	θυρωρός	μπουάπης
el	ιπποδρόμιο	hippodrome	racecourse	racetrack	turf
el	κάλυμμα	hood	jacket	sleeve	καλύπτω
el	κάνναβη	cannabis	cãnavi	hemp	κάνναβις
el	κάφρος	kaffir	philistine	κόπανος	كافر
el	καθυστερημένος	moron	retard	slow	βλαμμένος
el	καθυστερώ	detain	lag	procrastinate	υστερώ
el	κακομαθαίνω	indulge	pamper	spoil	μαθαίνω
el	κακόκεφος	άκεφος	κέφι	κακοκεφιά	κεφάτος
el	καλαπόδι	Appendix:Balkanisms	calapod	last	καλοπόδιον
el	καρό	Appendix:Playing cards	diamond	diamonds	διαμάντι
el	κατάλυση	catalysis	destruction	κατάλυσις	καταλύω
el	κατάρρευση	breakdown	collapse	καταρρέω	χείλος
el	κατάταξη	categorization	classification	incorporation	ranking
el	καταδίωξη	chase	persecution	pursuit	καταδιώκω
el	κατασκευαστής	constructor	maker	manufacturer	κατασκευάζω
el	κατεβάζω	download	lower	ανεβάζω	βάζω
el	κατεστημένο	establishment	καθεστώς	καθιστώ	κατεστημένος
el	καυστικός	acid	caustic	mordant	pungent
el	κερασός	cereja	kirsikka	kirsuber	sareza
el	κοιλότητα	cavity	hollow	loculus	κοιλιά
el	κοινοποίηση	carbon	notice	έκδοση	αναδημοσίευση
el	κοινότοπος	hackneyed	mundane	prosaic	trite
el	κοντάκι	Appendix:Balkanisms	stock	κοντάκιον	قونداق
el	κουτάκι	box	δοχείο	κιβώτιο	κουτί
el	κρέμομαι	κρεμάω	κρεμιέμαι	κρεμώ	χείλη
el	κριτήριο	criterion	norm	standard	κρίνω
el	κρυπτο-	Appendix:Greek prefixes	crypto-	κρυπτός	κρύπτω
el	κυριαρχία	chiriarhie	preponderance	sovereignty	supremacy
el	κωδικοποίηση	codification	encoding	κωδικοποιώ	χαρακτήρας
el	κόλακας	adulator	courtier	sycophant	σφουγγοκωλάριος
el	κόψιμο	cut	cutting	διάρροια	κόβω
el	λαμπρότητα	glory	sheen	splendor	λάμπω
el	λεγόμενος	so-called	άπαξ λεγόμενον	δήθεν	λέω
el	λεηλατώ	loot	pillage	plunder	sack
el	λερωμένος	dirty	soiled	βρόμικος	λερώνω
el	λευκαίνω	bleach	whiten	λευκαντικό	λευκός
el	λευκοπλάστης	Appendix:Greek phrasebook/Health	band-aid	επίδεσμος	λευκός
el	μήνυση	lawsuit	αμήνυτος	μήνυμα	μηνύω
el	μαινόμενος	furious	livid	rabid	μανία
el	μανέστρα	noodle	ζυμαρικό	κριθάρι	κριθαράκι
el	μανιώδης	geek	rabid	voracious	μανία
el	μαστιγώνω	flog	whip	μαστίγιο	μαστίζω
el	μεμψιμοιρώ	cavil	γκρινιάζω	κλαίω	μέμφομαι
el	μεσο-	Appendix:Greek prefixes	meso-	μέσα	μέσο
el	μεσολαβώ	intercede	intermediate	intervene	mediate
el	μεταβάλλω	change	αμετάβλητος	βάλλω	γίνομαι
el	μεταλαμβάνω	partake	take part	κοινωνώ	λαμβάνω
el	μετανιωμένος	regretful	repentant	αμεταμέλητος	αμετανόητος
el	μετατροπή	μεταγραμματισμός	μεταγραφή	μετατρέπω	μετατροπέας
el	μοίρασμα	διανομή	μοιράζω	μοιρασμένος	παράδοση
el	μοιρασιά	distribution	μοιράζω	μοιρασμένα	μοιρασμένος
el	μοιχεύω	απατώ	βάζω κέρατα	κερατώνω	φοράω κέρατα
el	μπροστινός	forward	front	διπλανός	μπροστά
el	νήπιο	baby	infant	toddler	μωρό
el	ναζιάρικα	νάζι	ναζιάρα	ναζιάρης	ναζού
el	ναζιάρικος	νάζι	ναζιάρα	ναζιάρης	ναζού
el	νεκροψία	autopsy	necropsy	post mortem	νεκροτομή
el	νεοσσός	chick	fledgling	αετόπουλο	νεοσσός
el	νοσηρός	morbidity	sick	unhealthy	φαντασία
el	νταηλίκι	bravado	bullying	μαγκιά	τσαμπουκάς
el	νταντά	Appendix:Balkanisms	nanny	nursemaid	γιαγιά
el	ξαφνιάζω	startle	surprise	take aback	αιφνιδιάζω
el	ξεδιαλύνω	riddle	διαλύω	λύνω	ξελύνω
el	ξεμπλέκω	disentangle	tease	ξεμπερδεύω	πλέκω
el	ξεφωνίζω	scream	κράζω	φωνάζω	φωνή
el	ονειροπόλος	daydreamer	dreamer	αιθεροβάτης	όνειρο
el	ουράνωση	palatalization	ουρανικοποίηση	ουρανικός	υπερωικοποίηση
el	παθητικός	receptive	ενεργητικός	μεσοπαθητικός	πάθος
el	παλιόπαιδο	brat	urchin	κωλόπαιδο	σκατόπαιδο
el	παράλυση	palsy	paralysis	παράλυσις	παραλύω
el	παραμάνα	nurse	safety pin	wet nurse	βαβά
el	παρανόμι	cognomen	handle	επωνυμία	παρατσούκλι
el	παραπατώ	stagger	totter	waddle	πατάω
el	παρασύρω	lead astray	ξελογιάζω	σέρνω	σύρω
el	παρεμβαίνω	interpose	step in	βαίνω	επεμβαίνω
el	παροχή	flow	διανομή	παράδοση	παρέχω
el	παστρεύω	pãstrescu	pãstrest	păstra	пастря
el	πενία	indigence	penury	αδεκαρία	φτώχια
el	περασμένα ξεχασμένα	let bygones be bygones	ξεχασμένος	περασμένα	περασμένος
el	περιεργάζομαι	go over	scrutinize	εργάζομαι	περιέργεια
el	περιλαμβάνω	compose	comprehend	encompass	λαμβάνω
el	πηγαινοέρχομαι	shuttle	έρχομαι	πηγαίνω	πηγαινέλα
el	πικάντικος	hot	spicy	tangy	αλμυρός
el	πλήγμα	wound	πλήττω	πληγώνω	πλῆγμα
el	πλακίδιο	bar/translations	slate	tablet	tile
el	πλαστογραφώ	copy	counterfeit	forge	πλαστογραφία
el	πλατειάζω	πλάτη	πλατεία	πλατιά	πλατύς
el	πλεκτάνη	machination	scheme	πλέκω	πλεκτάνη
el	πληκτικός	boring	plictisi	ανιαρός	πλήττω
el	πνίξιμο	choking	drowning	suffocation	πνίγω
el	πολυλογία	circumlocution	garrulity	poliloghie	verbosity
el	πολυμαθής	erudite	learned	polymath	μαθαίνω
el	προαναφερθείς	above-mentioned	abovesaid	aforementioned	aforesaid
el	προζύμι	sourdough	άζυμος	ζύμη	μαγιά
el	προσδιορίζω	modify	set	specify	ορίζω
el	προσδοκία	expectancy	expectation	προσδοκώ	προσδοκώμαι
el	προσευχητάριο	prayer book	εύχομαι	προσευχή	προσεύχομαι
el	προσφωνώ	hail	style	φωνάζω	φωνή
el	πρόληψη	obviation	prevention	προλαμβάνω	προληπτικός
el	πυγή	έδρα	κωλοτρυπίδα	κώλος	πρωκτός
el	πόθος	craving	desire	hunger	πόθος
el	ρήγμα	chasm	crack	split	χάσμα
el	ριψοκινδυνεύω	risk	take a chance	κινδυνεύω	ρίπτω
el	ρύση	Reconstruction:Proto-Indo-European/srew-	καταρρέω	ρέω	ῥύσις
el	σαθρός	rickety	rotten	κλούβιος	σάπιος
el	σατανικός	satanic	Σατανάς	κακός	σατανισμός
el	σεβαστός	revered	σέβας	σέβομαι	σεβασμός
el	σελιδοποίηση	layout	pagination	paging	σελίδα
el	σκεπτικό	ratio decidendi	rationale	reasoning	σκέφτομαι
el	σοφιστεία	sophism	sophistry	σοφία	σοφός
el	σπήλαιο	cave	cove	fyell	спила
el	σπιτονοικοκύρης	landlord	εκμισθωτής	ενοικιαστής	σπίτι
el	στάλα	bead	dash	raindrop	ενσταλάζω
el	στέφανα	στέφω	στεφάνη	στεφάνι	φωτοστέφανο
el	στέφανο	στέφω	στεφάνη	στεφάνι	φωτοστέφανο
el	στήνω	fix	pitch	rig	set
el	στειρωτικός	στείρος	στείρωση	στειρότητα	στειρώνω
el	στενοχώρια	θλίψη	μπελάς	στενοχωρώ	φασαρία
el	στρείδι	cockle	istiridye	oyster	stridie
el	συγκάλυψη	cover-up	dissimulation	secretion	κάλυψη
el	συζυγία	conjugation	syzygy	ζυγός	σύζυγος
el	συκοφαντία	defamation	slander	συκοφάντης	φαντάζω
el	συκοφαντώ	defame	slander	συκοφάντης	φαντάζω
el	συμβιβάζω	-βιβάζω	compound	conciliate	reconcile
el	συμμετέχω	participate	take part	έχω	μετέχω
el	συνάντηση	date	encounter	tryst	συναντάω
el	συνέδριο	colloquium	conference	congress	συνέδριον
el	συναδελφικότητα	camaraderie	comradeship	fellowship	solidarity
el	συνομιλώ	chat	converse	discourse	talk
el	συνοπτικός	brief	concise	succinct	synoptic
el	συντηρητικός	conservative	preservative	ακροδεξιός	συντηρώ
el	σχολαστικός	fussy	pedant	pedantic	punctilious
el	τήκω	fuse	melt	λιώνω	χύνω
el	ταραχή	disorder	trouble	turmoil	ταράζω
el	τούρλα	Appendix:Greek metatheses	trulla	turlă	τρούλος
el	τρυπητός	perforated	τρυπάω	τρυπημένος	τρύπα
el	τρωγλοδύτης	troglodyte	wren	δύω	τρωγλοδύτης
el	τσαγκάρης	cobbler	shoemaker	tsãngar	παπουτσής
el	τσιμπίδι	cimbidh	cımbız	τσιμπάω	τσιμπίδα
el	υπνωτικός	hypnotic	soporific	ηρεμιστικός	καταπραϋντικός
el	υποδεικνύω	finger	recommend	δεικνύω	υπόδειξη
el	υπόδειγμα	pattern	standard	δείγμα	πρότυπο
el	υπόχρεος	obliged	υποχρέωση	υποχρεωτικός	υποχρεώνω
el	φάση	phase	stage	step	περίοδος
el	φευγαλέος	elusive	furtive	transient	φεύγω
el	φθίση	consumption	φθίσις	φυματίωση	χτικιό
el	φθονερός	covetous	envious	invidious	jealous
el	φλάμμουρος	Flamur	flamur	flamură	flãmburã
el	φλαμουριά	ash tree	basswood	flamma	linden
el	φλασκί	flasco	flask	μπουκάλι	τσίτσα
el	φοβισμένος	fearful	scared	τρομαγμένος	φόβος
el	φρικτός	awful	gruesome	terrible	υπέροχος
el	φρούριο	castle	fortress	stronghold	φρουρά
el	φυγή	flight	fugue	φεύγω	φυγάς
el	χαλλούμι	halloumi	ϩⲁⲗⲱⲙ	حلوم	ⲁⲗⲱⲙ
el	χαχανητό	snigger	χάχανο	χάχας	χαχανίζω
el	χαϊδευτικό	endearment	sobriquet	term of endearment	χαϊδεύω
el	χειρίζομαι	pilot	treat	wield	χειρ
el	χειροπιαστός	tangible	απτός	συγκεκριμένος	χειρ
el	χρήστης	user	άχρηστος	πρεζάκιας	πρεζόνι
el	χρεώστης	οφειλέτης	χρεωστώ	χρεώνω	χρωστάω
el	χρονοτριβή	lag	loitering	τρίβω	χρόνος
el	χρονοτριβώ	lag	procrastinate	τρίβω	χρόνος
el	χρυσαλλίδα	chrysalis	nymph	pupa	νύμφη
el	ως εκ τούτου	thereby	εξού	λοιπόν	τούτος
el	όνειδος	disgrace	αίσχος	ντροπή	ὄνειδος
el	-άκος	-άκης	-άρας	-αράς
el	-ι	κεσέμι	πεσκίρι	χαμσίνι
el	-μαντεία	-mancy	μάντης	μαντεία
el	-ψήφιος	μονο-	ψήφος	ψηφίο
el	Αδαμάκης	Adamache	Adamachi	Adămache
el	Αντικύθηρα	Andikitira	Antikythera	Ἀντικύθηρα
el	Αργείος	Argive	Άργος	Ἀργεῖος
el	Αργώ	Argo	Argo Navis	Ἀργώ
el	Αρμάνος	Aromanian	Βλάχος	βλάχος
el	Αρταξέρξης	Ahasuerus	Artaxerxes	Ἀρταξέρξης
el	Βασιλεία	Basel	Βασίλειος	βασιλεία
el	Βρετανίδα	Briton	Βρετανή	Βρετανία
el	Βύβλος	Bible	Byblos	Βύβλος
el	Γαλατία	Galata	Gaul	Γαλατία
el	Γαλιλαία	Galilee	Γαλιλαία	גליל
el	Γολγοθάς	Calvary	Golgotha	Γολγοθᾶ
el	Δαρείος	Darius	Δαρεῖος	𐎭𐎠𐎼𐎹𐎺𐎢𐏁
el	Διονύσιος	Dionisie	Dionysius	Διονύσιος
el	Εγκέλαδος	Enceladus	earthquake	Ἐγκέλαδος
el	Ελπίδα	Hope	ελπίδα	Ἐλπίς
el	Επιμηθέας	Epimetheus	Προμηθέας	Ἐπιμηθεύς
el	Ευσέβιος	Eusebius	Εὐσέβιος	ευσεβής
el	Εφιάλτης	Ephialtes	Judas	Ἐφιάλτης
el	Ζαχαρίας	Zachary	Zechariah	Ζαχαρίας
el	Θεσσαλονικιά	Thessalonian	Θεσσαλονίκη	θεσσαλονικιώτικος
el	Θεσσαλονικιός	Thessalonian	Θεσσαλονίκη	θεσσαλονικιώτικος
el	Ιακώβ	Jacob	James	Ἰακώβ
el	Ιουλιανός	Julian	Julianus	Ἰουλιανός
el	Ιουστίνος	Iustinus	Justin	Ἰουστῖνος
el	Ιουστινιανός	Iustinianus	Justinian	Ἰουστινιανός
el	Ισραηλίτης	Jew	Εβραίος	Ιουδαίος
el	Ισραηλίτισσα	Jew	Εβραία	Ιουδαία
el	Ιωαννίδης	Ioanide	Ioannidis	Johnson
el	Κέλσιος	βαθμός Κέλβιν	βαθμός Κελσίου	κλίμακα Κελσίου
el	Καισάρεια	Caesarea	Kayseri	Καισάρεια
el	Καναδέζα	Canadian	Καναδάς	Καναδή
el	Καναδέζος	Canadian	Καναδάς	Καναδός
el	Κελσίου	βαθμός Κέλβιν	βαθμός Κελσίου	κλίμακα Κελσίου
el	Κνωσός	Knossos	Κνωσσός	Κνωσός
el	Λάμπρος	Lambros	Lambru	λαμπρός
el	Λάτιο	Latium	Lazio	Λάτιον
el	Λουδοβίκος	Louis	Ludovicus	Լյուդովիկոս
el	Μάνος	Εμμανουήλ	Μανόλης	Μανώλης
el	Μήλος	Milos	Μῆλος	ミロス
el	Μαία	Maia	Μαῖα	Πλειάδες
el	Μανωλάκης	Manolache	Manolachi	Μανώλης
el	Μανωλιός	Εμμανουήλ	Μανόλης	Μανώλης
el	Μασσαλιώτης	Marseillais	Μασσαλία	Μασσαλιώτης
el	Μαυρογένης	Blackbeard	Mavroghene	Mavrogheni
el	Νεάπολη	Naples	Neapoli	Νεάπολις
el	Ξέρξης	Xerxes	Ξέρξης	𐎧𐏁𐎹𐎠𐎼𐏁𐎠
el	Πίνδος	Pindhos	Pindus	Πίνδος
el	Πλούτωνας	Appendix:Planets	Pluto	Πλούτων
el	Ρεβέκκα	Rebecca	Rebekah	Ῥεβέκκα
el	Σαλαμινία	Κούλουρη	Σαλαμίνα	Σαλαμινία
el	Σειρήνα	siren	Σειρήν	σύρω
el	Σιδών	Sidon	Σιδών	𐤑𐤉𐤃𐤅𐤍
el	Σκανδιναβία	Nordic countries	Scandinavia	Scandinavian Peninsula
el	Σουσάννα	Susan	Susanna	Σουσάννα
el	Στεφανάκης	Stefanachi	Ștefănache	Στέφανος
el	Στεφανία	Stephanie	Στέφανος	στέφω
el	Τουρκαλβανός	Bergtürken	Turco-Albanian	Turkalbaner
el	Υάκινθος	Hyacinth	Hyacinthus	Ὑάκινθος
el	Φάτα Μοργκάνα	Fata Morgana	Morgan le Fay	fata Morgana
el	Φίλιπποι	Philippi	Φίλιπποι	Φίλιππος
el	Χάρος	Charon	death	Χάρων
el	Χείρων	Appendix:Planets	Chiron	Χείρων
el	άρτυμα	αρταίνω	καρύκευμα	ἄρτυμα
el	άσπαστος	unbreakable	σπάζω	σπασμένος
el	άφθαρτος	incorruptible	indestructible	unbreakable
el	άφωνος	speechless	φωνάζω	φωνή
el	έγκυρος	valid	εγ-	ενημέρωση
el	έδρανο	bearing	floor	έδρα
el	έκκριση	discharge	secretion	απέκκριση
el	έκνομος	extralegal	illegal	illicit
el	έλευση	advent	έρχομαι	ἔλευσις
el	έλξη	appeal	attraction	έλκω
el	έμφυτος	immanent	inbred	innate
el	ένδειξη	index	note	δείχνω
el	ένοικος	occupant	resident	tenant
el	έξωση	eviction	εξώστης	ξεσπίτωμα
el	έπομαι	shoh	διαδέχομαι	επόμενος
el	έσχατος	terminal	τελικός	ἔσχατος
el	ίζημα	deposit	precipitate	ἵζημα
el	αθανατίζω	απαθανατίζω	αποθανατίζω	θάνατος
el	αιμο-	Appendix:Greek prefixes	αιμορραγία	αιμορραγώ
el	αντιπαραδοσιακός	antitraditional	nontraditional	untraditional
el	απαγορεύσιμος	απαγορευμένος	απαγορεύω	απαγόρευση
el	αποβατικό σκάφος	landing craft	αποβατικός	σκάφος
el	αποστάτρια	apostate	renegade	αποστάτισσα
el	αποσυμπιέζω	decompress	unzip	πιέζω
el	αποτρεπτικός	deterrent	αποτρέπω	αποτροπή
el	αποτρόπαιος	heinous	outrageous	αποτρέπω
el	αποφλοιώνω	bark	hull	peel
el	απρέπεια	impertinence	γαϊδουριά	πουστιά
el	απρόσεκτος	careless	loose	προσέχω
el	απωθητικός	αηδής	αηδιαστικός	ελκυστικός
el	απόφθεγμα	apothegm	saw	saying
el	απύθμενος	abysmal	abyssal	ξέκωλος
el	αραιοϋφασμένος	αγανός	αραιός	κρουστός
el	αργυρός	argent	silver/translations	άργυρος
el	αρθρώνω	articulate	pronounce	utter
el	αριστοκρατικότητα	nobility	αριστοκράτης	αριστοκρατία
el	αρματωσιά	rig	άρμα	αρματώνω
el	αστραπιαίος	lightning	lightning fast	αστραπή
el	αστόλιστος	ακόσμητος	στολή	στολίζω
el	ασυγκράτητος	rampant	unrestrained	θυελλώδης
el	ασυμφώνητος	συμφωνημένος	συμφωνώ	φωνή
el	ασυνάρτητος	discursive	incoherent	ανακόλουθος
el	ασυνέχεια	discontinuity	incoherence	συνέχεια
el	αυθόρμητος	arbitrary	off-the-cuff	spontaneous
el	αυξομειούμενος	αυξομειωμένος	αυξομειώνομαι	αυξομειώνω
el	αυτοκαταστρέφομαι	self-destruct	καταστρέφω	στρέφω
el	αυτονόητος	intuitive	self-evident	εξυπακούεται
el	αυτοσχεδιάζω	freestyle	improvise	σχεδιάζω
el	αφαιρέσιμος	removable	αναφαίρετος	αφαιρώ
el	αφαιρετέος	αναφαίρετος	αφαιρώ	μειωτέος
el	αφανισμός	destruction	devastation	χείλος
el	αφηγητικός	αφήγηση	αφηγήτρια	αφηγητής
el	αφοσίωση	attachment	devotion	αφοσιώνομαι
el	βέργα	Appendix:Greek Swadesh list	stick	virga
el	βαθμίδα	step	σκαλί	ἀναβαθμίς
el	βαρίδι	αντίβαρο	αντίρροπο	βάρος
el	βαρβαρισμός	barbarism	βάρβαρος	μαργαριτάρι
el	βαρύαυλος	φαγκοτίστα	φαγκοτίστας	φαγκότο
el	βασιλιάς των ζώων	king of beasts	βασιλιάς	ζώο
el	βδελυρός	αηδής	αηδιαστικός	βδέλυγμα
el	βεβηλώνω	defile	desecrate	profane
el	βελτιστοποίηση	optimization	performance	βελτιώνω
el	βλασφημώ	blaspheme	cuss	βλασφημία
el	βολή	shot	βάλλω	σουτ
el	βομβίνος	bumblebee	βόμβος	μπάμπουρας
el	βουνί	ακροβούνι	βουνοκορφή	βουνό
el	βραχνός	hoarse	husky	χοντρός
el	βρομίζω	βρομάω	βρόμη	βρόμικος
el	βρομιάρης	βρομάω	βρόμη	βρόμικος
el	βρυσομάνα	fountainhead	βρύση	πηγή
el	βόρβορος	mire	mud	αποβορβόρωση
el	βύνη	malt	βύνη	κριθάρι
el	γέννημα	γέννηση	γεννάω	φαντασία
el	γδύνω	undress	δύω	ἐκδύω
el	γεωγραφικό ύψος	γεωγραφικό	γεωγραφικός	ύψος
el	για να	in order to	that	για
el	γιαρκόν	giargone	jargon	jargoon
el	γιγάντιος	γίγαντας	πελώριος	τεράστιος
el	γιούλι	βιολέτα	μενεξές	υάκινθος
el	γλυκοκοιτάζω	ogle	κοιτάζω	κοιτάω
el	γοητευτικός	enchanting	γοητεία	ελκυστικός
el	γραφειοκρατικός	bureaucratic	burocratic	clerical
el	γόνος	fry	γένος	γεννάω
el	δίδαγμα	lesson	teaching	δάσκαλος
el	δίκοπος	double-edged	κοπή	κόβω
el	δειλός	coward	cowardly	θαρραλέος
el	δεκάδα	decade	ten	δέκα
el	δελεαστικός	seductive	tempting	δελεάζω
el	δεόντως	properly	δέω	δέων
el	δηκτικός	mordant	pungent	snarky
el	δηλ.	i.e.	viz.	δηλαδή
el	δημιουργικός	creative	δημιουργία	δημιουργός
el	δημοσιονομικός	financial	fiscal	δήμος
el	δημοσιοποίηση	έκδοση	δήμος	δημοσίευση
el	διάβημα	act	démarche	overture
el	διάκος	dijak	đak	ђак
el	διάταγμα	declaration	edict	διαταγή
el	διάφορος	differential	miscellaneous	various
el	δια-	Appendix:Greek prefixes	inter-	trans-
el	διαίσθηση	insight	intuition	διαισθάνομαι
el	διαβολικός	devilish	impish	κακός
el	διαγουμίζω	pillage	plunder	sack
el	διαγούμισμα	pillage	plunder	sack
el	διαδοχικά	in turn	successively	διαδοχικός
el	διαδοχική διερμηνεία	consecutive interpreting	διαδοχικός	διερμηνεία
el	διαθέτω	possess	stock	θέτω
el	διαιρέτης	divisor	διαιρώ	μειωτέος
el	διακινδυνεύω	hazard	risk	κινδυνεύω
el	διακόσμηση	decoration	ornament	διακοσμώ
el	διαλείπων	discontinuous	intermittent	λείπω
el	διαλογή	triage	διαλέγω	διαλογή
el	διαλογικός	discursive	interactive	διαλέγομαι
el	διαλογισμός	contemplation	meditation	διαλογίζομαι
el	διαμαρτύρομαι	expostulate	protest	remonstrate
el	διαμοιρασμένος	διαμοιράζομαι	διαμοιράζω	μοιρασμένος
el	διαπρεπής	eminent	prominent	διαπρέπω
el	διαστρωμάτωση	layering	stratification	στρώνω
el	διασυνδέω	network	δέω	συνδέω
el	διατάζω	command	order	διαταγή
el	διατύπωση	expression	redaction	διατυπώνω
el	διαφθείρω	corrupt	debauch	ξελογιάζω
el	διαχρονικός	diachronic	timeless	χρόνος
el	διευθέτηση	adjustment	disposition	settlement
el	διεφθαρμένος	corrupt	depraved	tainted
el	δικαιοδοσία	jurisdiction	αναρμοδιότητα	αρμοδιότητα
el	διμερής	duplex	μονομερής	πολυμερής
el	διορθωτικό	corrigendum	διορθώνω	διόρθωση
el	διπλώνω	collapse	fold	δίπλα
el	δισταγμός	hesitation	indecision	διστακτικός
el	διχειλικός	bilabial	χείλος	χειλοϋπερωικός
el	διψομανία	dipsomania	δίψα	μεθυσμένος
el	διωγμός	persecution	διώκω	διώχνω
el	δοκησίσοφος	pedant	pedantic	σοφός
el	δοκησισοφία	pedantry	σοφία	σοφός
el	δοκιμαστική	δοκιμαστικός	οδήγηση	πτήση
el	δολοπλοκία	conspiracy	intrigue	machination
el	δριμύς	acid	acrid	pungent
el	δρομάκι	alley	ρούγα	σοκάκι
el	δυνατότητα	feature	possibility	πιθανότητα
el	δυσάρεστος	unpleasant	ανεπιθύμητος	ενοχλητικός
el	δυσαρμονία	discord	disharmony	παραφωνία
el	δυσδιάκριτος	dim	αμυδρός	ευδιάκριτος
el	δωροληψία	bribe	bribery	δώρο
el	δύσθυμος	άκεφος	δυσθυμία	κεφάτος
el	εγγράψιμος	cyclic	γράφω	εγγράφω
el	εγκαινιάζω	inaugurate	ανεγκαινίαστος	εγκαινιασμός
el	εγκαρτερώ	endure	suffer	καρτερώ
el	εγκαταλελειμμένος	abandoned	forlorn	εγκαταλείπω
el	εγκληματικότητα	crime	delinquency	έγκλημα
el	εγκλιματίζω	inure	ανεγκλιμάτιστος	εγκλιματισμός
el	εγκωμιάζω	praise	ανεγκωμίαστος	μαλώνω
el	εδάφιο	citation	passage	verse
el	εθελοντικός	spontaneous	voluntary	θέλω
el	ειδικότητα	major	specialization	specialty
el	εισδύω	δύω	παρεισέφρησα	παρεισφρέω
el	εισερχόμενος	inbound	εισέρχομαι	ερχόμενος
el	εκ νέου	anew	once again	επανιδρύω
el	εκ των προτέρων	a priori	beforehand	ex ante
el	εκατονταετής	centenarian	centenary	εκατό
el	εκατονταετηρίδα	centennial	εκατονταετία	εκατό
el	εκδοχή	version	δέχομαι	ἐκδοχή
el	εκθέτης	index	superscript	εκθέτω
el	εκλιπών	deceased	departed	νεκρός
el	εκλογέας	εκλέγω	ψηφοφορία	ψηφοφόρος
el	εκρήγνυμαι	burst	go off	έκρηξη
el	εκροή	outflow	εισροή	εκρέω
el	εκτροπή	aberration	diversion	εκτρέπω
el	εκφωνητής	announcer	broadcaster	φωνή
el	εκχώρηση	concession	settlement	εκχωρώ
el	ελίσσομαι	maneuver	snake	wind/translations
el	ελικοειδής	helical	spiral	οφιοειδής
el	ελλιπής	imperfect	λίπος	λείπω
el	εμμονή	obsession	έμμονος	εμ-
el	εμπειρισμός	empiricism	αισθησιαρχία	αισθησιοκρατία
el	εμπλέκω	snarl	tangle	πλέκω
el	εμπροσθοφυλακή	forefront	vanguard	εμπρός
el	εν λευκώ	εν	λευκός	λευκώ
el	ενίσχυση	booster	ενισχύω	ισχύω
el	εννοιοκρατία	conceptualism	έννοια	εννοώ
el	εννοιολογικός	conceptual	έννοια	εννοώ
el	ενορία	enorie	enurii	parish
el	ενσάρκωση	avatar	embodiment	incarnation
el	ενστικτώδης	instinctive	spontaneous	ένστικτο
el	εντείνω	intensify	step up	τείνω
el	εντευκτήριο	chamber	haunt	resort
el	εντόσθια	Appendix:Greek Swadesh list	offal	σπλάχνο
el	εξέχω	project	έχω	ἐξέχω
el	εξαίσιος	exquisite	έξοχος	γαμάτος
el	εξαιρώ	except	recuse	εξαίρω
el	εξευτελίζω	abase	debase	ντροπιάζω
el	εξομολόγηση	confession	ομολογία	ομόλογος
el	εξοντώνω	exterminate	αλληλοεξοντωτικός	εξοντωτικός
el	εξώπορτα	front door	gate	πύλη
el	επίβλεψη	supervision	βλέπω	επιβλέπω
el	επίδραση	effect	επήρεια	επιδρώ
el	επίζηλος	αξιοζήλευτος	ζήλος	ζηλευτός
el	επίπονος	painful	poignant	δύσκολος
el	επίτροπος	commissioner	epitrop	επιτρέπω
el	επαγγέλομαι	αγγέλλω	ασκώ	επάγγελμα
el	επαγρύπνηση	vigil	vigilance	προσοχή
el	επαγωγικός	a posteriori	a priori	inductive
el	επαληθεύω	check	verify	ανεπαλήθευτος
el	επαναλαμβανόμενος	recursive	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	επαναληπτικός	repetitive	επαναλαμβάνω	επανειλημμένος
el	επανασυνδέω	αποσυνδέω	δέω	συνδέω
el	επαναφορά	restoration	return	επαναφέρω
el	επανεκκινώ	reboot	reset	restart
el	επαρχιώτικος	country	provincial	επαρχία
el	επεξεργάζομαι	process	treat	εργάζομαι
el	επιδεικνύω	exhibit	δεικνύω	επίδειξη
el	επιδεικτικός	ostentatious	δείχνω	επίδειξη
el	επιδειξιομανής	exhibitionist	επιδειξίας	επιδειξιομανία
el	επιεικής	forgiving	lax	ἐπιεικής
el	επιζώ	live	survive	γλιτώνω
el	επικολλώ	paste	veneer	επικόλληση
el	επικρατών	dominant	prevalent	επικρατώ
el	επικύηση	conception	κύημα	κύηση
el	επιρροή	influence	έλεγχος	επήρεια
el	επισπεύδω	expedite	precipitate	βιάζω
el	επιτελείο	cadre	headquarters	staff
el	επιτιμώ	expostulate	rebuke	μαλώνω
el	επιφυλακτικός	circumspect	conservative	wary
el	επιχορηγώ	fund	sponsor	subsidize
el	επόπτης	linesman	overseer	supervisor
el	ερωτοδουλειά	affair	liaison	love affair
el	ερωτοτροπώ	court	flirt	φλερτάρω
el	εσωστρεφής	introvert	introverted	στρέφω
el	ετερο-	Appendix:Greek prefixes	hetero-	ἕτερος
el	ευαισθησία	idiosyncrasy	sensitivity	αισθητικότητα
el	ευκαμψία	flexibility	pliability	κάμπτω
el	ευκρινής	articulate	unambiguous	κρίνω
el	ευλάβεια	devotion	evlavie	ευσέβεια
el	ευλογώ	bless	διαβάζω	εὐλογέω
el	ευπρεπίζω	groom	πρέπει	πρέπω
el	ευσεβισμός	ευσέβεια	ευσεβής	σέβομαι
el	ευφράδεια	eloquence	fluency	ευφραδής
el	εφημέριος	pastor	priest	πάστορας
el	εύπορος	affluent	rich	wealthy
el	ζαχαριέρα	-ιέρα	sugar bowl	ζάχαρη
el	ζαχαρωμένα	αποκρυσταλλώνω	ζαχαρώνω	φρούτο
el	ζευγαρώνω	mate	pair	ζευγάρι
el	ζηλόφθονος	envious	jealous	ζήλος
el	ζυμώνω	braid	ferment	knead
el	ζωικός	ζωή	ζώο	λίπος
el	ζωντάνεμα	ζωή	ζωντανεύω	ζωντανός
el	ζωντανά	live	stock	ζωντανός
el	ζωντοχήρα	divorcée	ζωή	ζωντανός
el	ηττώμαι	lose	ήττα	υπερισχύω
el	θα θέλαμε	Appendix:Greek phrasebook/Accommodation	θέλαμε	θέλω
el	θαμνότοπος	brush	chaparral	heath
el	θαμπώνω	dazzle	dim	αντιθαμπωτικός
el	θανάτωση	kill	εκτέλεση	σκοτωμός
el	θεοσέβεια	ευσέβεια	σέβας	σέβομαι
el	θεραπευτήριο	infirmary	sanatorium	θεραπεύω
el	θερμοπαρακαλώ	ικετεύω	καλώ	παρακαλώ
el	θεώρημα	theorem	θεωρία	θεωρώ
el	θεώρηση	notion	point of view	θεωρώ
el	θολώνω	cloud	dim	muddle
el	θρησκοληψία	pietism	θρησκεία	θρησκόληπτος
el	θωπεύω	baby	caress	stroke
el	θωριά	θεωρία	θεωρώ	θωρώ
el	θύλακας	Chukotka Autonomous Okrug	bursa	pocket
el	ιδιοτροπία	quirk	vagary	παραξενιά
el	ιοβόλος	venomous	ιός	φίδι
el	ιππόκαμπος	hippocampus	sea horse	ἱππόκαμπος
el	ισοϋψής	contour	contour line	level
el	ιστοδιεύθυνση	IP address	URL	Uniform Resource Locator
el	ιταμός	cheeky	θρασύς	ἰταμός
el	κάθε ένας	all and sundry	each	everyone
el	κάλεσμα	call	invitation	καλώ
el	κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε	a stitch in time saves nine	better safe than sorry	γάιδαρος
el	κάμινος	cămin	κάμινος	камина
el	κάμψη	inflection	push-up	κάμπτω
el	κάντζα	Appendix:Balkanisms	γάντζος	قانجه
el	κάργια	jackdaw	κοράκι	قارغه
el	κάρφωμα	dunk	dunking	καρφί
el	κέδρος	cedar	chedru	κέδρος
el	κένωση	defecation	evacuation	kenosis
el	κήρυγμα	homily	kerygma	sermon
el	καβγαδίζω	quarrel	μαλώνω	τσακώνομαι
el	καζανάκι	cistern	flush	σιφόν
el	καθίδρυμα	εγκαθιδρύω	ιδρύω	καθιδρύω
el	καθίζημα	precipitate	καθίζω	καθιζάνω
el	καθίζηση	settlement	καθίζω	καθιζάνω
el	καθορισμένος	definite	καθορίζω	ορισμένος
el	καθυστέρηση	lag	latency	στέρηση
el	και άλλα	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	και ακόλουθα	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	και αλλού	και λοιπά πολλά	και ούτω καθεξής	και τα λοιπά
el	καινοτόμος	innovative	καινοτομία	πρωτοπόρος
el	κακοήθης	malicious	malignant	καλοήθης
el	κακοκεφιάζω	ακεφιά	κέφι	κακοκεφιά
el	καλτσούνι	calzone	calzoni	colțun
el	καλόκεφος	άκεφος	κέφι	κεφάτος
el	καμαριέρα	-ιέρα	chambermaid	maid
el	καμφορά	camfor	camphor	kapur
el	καντήλα	candela	candelă	cãndilã
el	καπηλειό	bar/translations	pub	tavern
el	καπόνι	capo	capon	clapon
el	καρακάξα	caragață	jackdaw	magpie
el	καρδιοειδής	cordate	heart-shaped	καρδιόσχημος
el	καρποφόρος	-φόρος	fruitful	στείρος
el	κασέλα	chest	coffer	trunk
el	κασεδάκι	δοχείο	κιβώτιο	κουτί
el	κασετόφωνο	cassette recorder	απομαγνητοφωνώ	φωνή
el	κασούλα	caciòła	casula	căciulă
el	κατάλυμα	accommodation	γιατάκι	καταλύω
el	καταγέλαστος	αξιογέλαστος	αστείος	γελοίος
el	καταδεκτικότητα	condescension	ακατάδεχτος	ακαταδεξία
el	καταδικάζω	convict	reprobate	κατάδικος
el	κατακάθομαι	κάθομαι	καθιζάνω	κατακάθι
el	κατακαθίζω	precipitate	καθίζω	κατακάθι
el	κατακλυσμός	cataclysm	deluge	κατακλυσμός
el	κατακόρυφος	handstand	portrait	vertical
el	κατασκήνωση	camp	camping	summer camp
el	καταστροφικός	destructive	disastrous	καταστρέφω
el	καταφερτζής	go-getter	καταφέρνω	μάγκας
el	κατειλημμένος	occupied	ειλημμένος	καταλαμβάνω
el	κατηφόρα	catifur	declivity	ανηφόρα
el	κατοικήσιμος	habitable	inhabitable	κατοικημένος
el	κατσαδιάζω	harangue	lecture	μαλώνω
el	καφάσι	Appendix:Balkanisms	lattice	قفس
el	κβ΄	ΚΒ΄	είκοσι δυο	είκοσι δύο
el	κελάηδημα	birdsong	κελαηδάω	τσίου-τσίου
el	κελάρι	cellar	cellarium	chilar
el	κερασφόρος	-φόρος	horned	κερατάς
el	κερατίνη	horn	κέρας	κέρατο
el	κιλίμι	Appendix:Balkanisms	kilim	كلیم
el	κινέω	συγκίνηση	συγκινητικός	συγκινώ
el	κιούγκι	Appendix:Balkanisms	λούκι	كنك
el	κιόσκι	kiosk	stand	περίπτερο
el	κλέφτικος	κλέβω	κλέφτης	κλέφτικο
el	κληροδοτώ	pass on	κληρονομώ	κληρονόμος
el	κλονισμός	breakdown	concussion	shock
el	κλωσσόπουλο	brood	chick	πουλί
el	κοινολεκτώ	καθομιλουμένη	κοινολεξία	κοινόλεκτος
el	κοινότητα	commune	community	κοινός
el	κολπισμός	vaginismus	κολεόσπασμος	κολπόσπασμος
el	κολυμβήθρα	baptismal font	font	κολυμπάω
el	κομματιάζω	fragment	shred	κομμάτι
el	κοριτσίστικος	girlish	girly	κορίτσι
el	κοροϊδία	taunt	κοροϊδεύω	κορόιδο
el	κουρελής	rag	κουρέλι	ξεβράκωτος
el	κούρσεμα	pillage	plunder	sack
el	κραυγαλέος	loud	vociferous	κραυγάζω
el	κρεβατοκάμαρα	bedroom	chamber	room
el	κρεμάμενος	hanging	κρεμάω	κρεμασμένος
el	κριθαρένιος	κριθάρι	κριθαρόψωμο	ψωμί
el	κριτική	criticism	critique	κρίνω
el	κροτούν	αέριο	κροτώ	κρότος
el	κρούσμα	case	instance	κρούω
el	κρούστα	crusta	scab	κρουστός
el	κυνηγόσκυλο	hound	hunter	κυνηγός
el	κυψελίδα	alveolus	earwax	κυψέλη
el	κωλυσιεργώ	filibuster	κωλύω	παρακωλύω
el	κωμικός	comic	humorous	კომიკოსი
el	κωφάλαλος	deaf-mute	κουφός	λαλώ
el	κόγχη	alcove	angle	socket
el	κόλληση	κολλάω	κόλλα	κόλλημα
el	κόνικλος	rabbit	κονικλοτροφείο	κουνέλι
el	κόσκινο	screen	sieve	κόσκινον
el	κύρος	force	kudos	supremacy
el	κώλυμα	deadlock	hindrance	κωλύω
el	κώνος	cone	κῶνος	χωνί
el	λάγνος	lascivious	lecherous	lustful
el	λέπρα	Hansen's disease	leprosy	lepră
el	λέρα	κάθαρμα	καθίκι	λερώνω
el	λήθαργος	lethargy	stupor	λήθη
el	λήπτης	λαμβάνω	παραλήπτης	υπολήπτομαι
el	λίνον	Reconstruction:Proto-Germanic/līną	linas	linum
el	λαίμαργος	glutton	gluttonous	λαιμαργία
el	λαμπερός	bright	λάμπω	μουντός
el	λαχτάρα	craving	hunger	itch
el	λείψω	lipsescu	lipsi	lãpsest
el	λεγεώνα	league	legion	λεγεών
el	λεηλασία	pillage	plunder	sack
el	λειρί	cockscomb	wattle	λείριον
el	λεπτομερής	detailed	verbose	λεπτομέρεια
el	λεσβιακός	lesbian	Λέσβος	λεσβία
el	λημέρι	haunt	hideout	lair
el	λιγουλάκι	λίγο	λίγος	λιγάκι
el	λιμάρω	file	αλιμάριστος	λίμα
el	λιμπρέτο	libretto	οπερέτα	όπερα
el	λογοκριμένος	censored	αλογόκριτος	λογοκρίνω
el	λορδός	Reconstruction:Proto-Celtic/lordskākos	Reconstruction:Proto-West Germanic/lort	lurdus
el	λούσιμο	bath	shampoo	λούζω
el	λυκόσκυλο	German Shepherd	wolfhound	λύκος
el	λυόμενος	λυμένος	λύνοντας	λύω
el	μάτσα	matcha	maça	ماچه
el	μίλι	mile	mille	milă
el	μίσθωση	tenancy	ενοικίαση	μισθός
el	μαγαζάτορας	έμπορος	καταστηματάρχης	μαγαζί
el	μαγεύω	ensorcell	entrance	μάγος
el	μαγνητίζω	magnetize	έλκω	μαγνήτης
el	μαγνητικό πεδίο	magnetic field	μαγνήτης	μαγνητικός
el	μαγνητοφωνώ	απομαγνητοφωνώ	μαγνήτης	φωνή
el	μαγνητοφώνηση	απομαγνητοφωνώ	μαγνήτης	φωνή
el	μακέτα	maquette	mock-up	model
el	μαλλιαρή	δημοτική	ελληνικά	νέα ελληνικά
el	μαντείο	oracle	μάντης	μαντεία
el	μαρσιποφόρος	-φόρος	καγκουρό	μάρσιπος
el	μαστουρωμένος	high	stoned	κλασμένος
el	μεγαλοπρεπής	magnificent	splendid	ανακτορικός
el	μελέτη	discussion	study	μελετάω
el	μελαγχολικός	brooding	desolate	melancholic
el	μελιά	ash	ash tree	μελία
el	μεμψιμοιρία	self-pity	μέμφομαι	μοίρα
el	μεταβιβάζω	-βιβάζω	relay	transfer
el	μεταστροφή	about turn	conversion	swing
el	μεταχρονολογώ	χρονολογία	χρονολογώ	χρόνος
el	μεταχρονολόγηση	χρονολογία	χρονολόγηση	χρόνος
el	μηδαμινός	paltry	petty	trivial
el	μηνίσκος	Μήνη	ημισέληνος	μηνίσκος
el	μηχανορραφία	intrigue	machination	scheme
el	μιγάς	creole	mongrel	mulatto
el	μιμούμαι	copy	mock	μίμος
el	μισθοφορικός	mercenary	μισθοφόρος	μισθός
el	μνήμη τυχαίας προσπέλασης	RAM	random access memory	προσπέλαση
el	μοιράδι	μοίρα	μοιράζω	μοιρασμένος
el	μοιραίος	baneful	terminal	μοίρα
el	μολύνω	defile	molipsi	poison
el	μονοψήφιος	μονο-	ψήφος	ψηφίο
el	μορφασμός	expression	face/translations	grimace
el	μουσαφίρης	Appendix:Balkanisms	επισκέπτης	مسافر
el	μοχθηρός	fiendish	malevolent	malicious
el	μούδιασμα	numbness	αιμωδία	αιμωδίαση
el	μούσκεμα	drenched	μουσκεμένος	μουσκεύω
el	μπαμπόγρια	κωλόγρια	παλιόγρια	σκατόγρια
el	μπαούλο	chest	coffer	trunk
el	μπεκάτσα	Eurasian woodcock	becață	woodcock
el	μπινιά	μπινές	μπινελίκι	πουστιά
el	μπιφτέκι	beefsteak	steak	χάμπουργκερ
el	μπλέκω	tangle	μπερδεύω	πλέκω
el	μπολιάζω	εμβολιάζω	κουτσομπολεύω	μπόλι
el	μπούμπουρας	μέλισσα	μελισσοκόμος	μπάμπουρας
el	μυλωνάς	miller	αλευροβιομήχανος	μύλος
el	μυστικοσύμβουλος	privy councillor	repository	σύμβουλος
el	μόσχος	civet	mosc	मुष्क
el	μύρισμα	mireasmă	njurizmã	миризма
el	μύρον	mir	mire	miris
el	νάρθηκας	cast	narthex	νάρθηξ
el	να ανοίξει το δρόμο	pave the way	ανοίξει	δρόμος
el	νεροσυρμή	αυλάκι	αυλακιά	συρμή
el	νευρόσπαστο	fidget	ανάδεμα	σπάζω
el	νηοπομπή	convoy	πέμπω	πομπή
el	νοθεύω	adulterate	alloy	doctor
el	νοικάρης	εκμισθωτής	ενοικιαστής	μισθωτής
el	νομοθετώ	legislate	θέτω	νομοθεσία
el	νοοτροπία	culture	idiosyncrasy	mentality
el	νοτερός	damp	humid	moist
el	νταής	bully	μάγκας	τραμπούκος
el	νταμιτζάνα	dame-jeanne	demijohn	μπουκάλα
el	νυσταγμένος	drowsy	sleepy	νυστάζω
el	νυχτοπούλι	night owl	night person	πουλί
el	ξάγναντο	αγνάντιο	αγναντεύω	ξαγναντεύω
el	ξαναμοίρασμα	αναδασμός	αναδιανομή	ανακατανομή
el	ξαναμοιρασμένος	μοιρασμένος	ξαναμοιράζομαι	ξαναμοιράζω
el	ξαράχνιασμα	αράχνη	αραχνιάζω	ξαραχνιάζω
el	ξεγελάω	fool	απατώ	εξαπατώ
el	ξεγελώ	con	outsmart	γελάω
el	ξεκάθαρος	definite	unequivocal	αμυδρός
el	ξεκαθαρίζω	clear	αξεκαθάριστος	καθαρός
el	ξεκουμπώνω	unbutton	unfasten	κουμπώνω
el	ξεναγός	cicerone	guide	ξένος
el	ξενύχτης	night owl	night person	ξενυχτάω
el	ξεπέφτω	εκπίπτω	καταντάω	πέφτω
el	ξεφεύγω	escape	get away with	φεύγω
el	οίκημα	οίκος	οἴκημα	σπίτι
el	ολιγο-	λίγος	ολίγος	ὀλιγο-
el	ομοφυλοφιλικός	γκέι	ομοφυλοφιλία	ομοφυλόφιλος
el	ονειρομαντεία	oneiromancy	ονειροκρίτης	όνειρο
el	οπίσθιος	Appendix:Greek vocabulary/Motoring	hinder	posterior
el	οροθετώ	delimit	demarcate	θέτω
el	ουρήθρα	urethra	ουρώ	οὐρήθρα
el	ουροδοχείο	bedpan	γιογιό	καθίκι
el	οφειλή	οφείλω	οφειλέτης	όφελος
el	ούρηση	urination	κατούρημα	χέσιμο
el	πάλλομαι	leap	μονοπαλλόμενο	πολυπαλλόμενο
el	πάντως	after all	anyway	in any case
el	πάνω κάτω	give or take	odd	άνω κάτω
el	πάρα	Appendix:Greek pronunciation	δίπλα	παραμένω
el	πάσσαλος	pale	post	stake
el	πάσχω	suffer from	πάθος	παθαίνω
el	πέρα για πέρα	out-and-out	well and truly	πέρα
el	παίδαρος	γκόμενος	κούκλος	παιδί
el	παγκοσμίως	worldwide	παγκόσμια	παγκόσμιος
el	παιχνιδότοπος	playground	παιδική χαρά	παιδότοπος
el	παλαιο-	Appendix:Greek prefixes	paleo-	παλιο-
el	παλιογυναίκα	tramp	βρομοθήλυκο	βρωμοθήλυκο
el	παπαριά	παπάρα	παπάρας	παπάρι
el	παράδοξος	strange	καινοφανής	παράδοξος
el	παράθεμα	citation	quotation	quote
el	παράφρων	demented	deranged	insane
el	παρίσταμαι	attend	αναπαριστάνω	παριστάνω
el	παραγκούπολη	shantytown	slum	παράγκα
el	παραγραφή	lapse	prescription	παραγράφω
el	παραγωγή	deduction	production	μαζικός
el	παραθέτω	quote	θέτω	παράθημα
el	παρακαμπτήριος	bypass	κάμπτω	παρακάμπτω
el	παραπλήσιος	approximate	like	πλησιάζω
el	παραπομπή	citation	παραπέμπω	πομπή
el	παρατηρώ	note	notice	observe
el	παρεμβάλλω	interpose	βάλλω	παραβάλλω
el	παρεμπόδιση	impossibility	inhibition	παρεμποδίζω
el	παρερμηνεύω	misconstrue	misinterpret	ερμηνεύω
el	παρθενιά	Παρθένος	παρθένα	παρθένος
el	παρωχημένος	obsolete	preterite	παρέχω
el	πατατοσαλάτα	Appendix:Greek phrasebook/Food and drink	potato salad	σαλάτα
el	πατημασιά	track	αποτύπωμα	χνάρι
el	πατικώνω	tamp	απατίκωτος	πατώνω
el	πειθαναγκασμός	ανάγκη	πείθω	πειθαναγκάζω
el	πειθαρχία	discipline	obedience	πείθω
el	πειραματικός	experimental	trial	πειραματίζομαι
el	πειστήριο	evidence	exhibit	πείθω
el	πενιχρός	meager	λίγος	λιγοστός
el	πεπερασμένος	finite	περασμένος	περνάω
el	περίσκεψη	caution	discretion	σκέφτομαι
el	περιέχω	compose	hold	έχω
el	περικομμένος	truncate	περικόβω	περικόπτω
el	περιληπτικός	brief	collective	synoptic
el	περιοδεία	tour	περίοδος	περιήγηση
el	περιοδεύω	tour	περίοδος	περιοδεύων
el	περιπλανώμενος	errant	rover	wandering
el	περισυλλέγω	λέγω	συλλέγω	συνελέγην
el	περισυλλογή	contemplation	meditation	συλλέγω
el	πετάννυμι	petë	pjetem	pjetë
el	πηκτή	aspic	jelly	piftie
el	πιστοποίηση	authentication	πείθω	πιστοποιώ
el	πιτυρίδα	dandruff	scurf	λέπι
el	πλάτεμα	πλάτη	πλατεία	πλατύς
el	πλήγωμα	wound	πλήττω	πληγώνω
el	πλειάδα	constellation	pleiad	tuple
el	πλεκτό	knitting	πλέξιμο	τρίκο
el	πληροφορούμαι	learn	μαθαίνω	ξέρω
el	πλιάτσικο	pillage	plunder	κατσαπλιάς
el	πνίγομαι	choke	drown	smother
el	πνευματώδης	humorous	salty	πνεύμα
el	πνιγμονή	choking	suffocation	πνίγω
el	ποιμενικός	bucolic	pastoral	ποιμαίνω
el	ποιόν	Appendix:Greek pronunciation	ποιώ	σόι
el	πολίτευμα	polity	regime	πόλη
el	πολεμοχαρής	hawkish	trigger-happy	warlike
el	πολλαπλότητα	multiplicity	plurality	πολλαπλασιάζω
el	πολυκατοικία	apartment building	polykatoikia	κατοικία
el	πολυφωνικός	polyphonic	πολυφωνία	φωνή
el	πολύγλωσσος	multilingual	polyglot	πολύγλωσσος
el	πομπεύω	απόμπευτος	πέμπω	πομπή
el	πομπώδης	grandiloquent	πέμπω	πομπή
el	πορνό	porn	porno	πόρνη
el	πορτοφόλι	purse	wallet	κεμέρι
el	ποταπός	base	despicable	low
el	πουδράρισμα	πουδράρω	πουδριέρα	πούδρα
el	προάγγελος	harbinger	herald	άγγελος
el	προάγω	forward	άγω	προαγωγή
el	προαίσθημα	hunch	premonition	προαισθάνομαι
el	προαιρετικός	alternative	optional	voluntary
el	προανάκρουσμα	ανακρούω	κρούω	προσκρούω
el	προαναγγέλλω	harbinger	herald	αγγέλλω
el	προβάλλω	display	project	βάλλω
el	προβλέψιμος	predictable	βλέπω	προβλέπω
el	προικισμένος	talented	well-endowed	ταλαντούχος
el	προκαταλαμβάνω	prepossess	καταλαμβάνω	λαμβάνω
el	προλεχθείς	abovesaid	aforementioned	aforesaid
el	προλογίζω	preface	λογίζομαι	πρόλογος
el	προμήνυμα	μήνυμα	μηνύω	προμηνύω
el	προοπτική	perspective	view	vista
el	προσάρτηση	annexation	attachment	προσαρτώ
el	προσαγορεύω	αγορεύω	αναγορεύω	απαγορεύω
el	προσευχητάρι	εύχομαι	προσευχή	προσεύχομαι
el	προσθετέος	addend	μειωτέος	προσθέτω