δεκατέσσερα
Greek edit
< ιγ΄ | ιδ΄ | ιε΄ > |
---|---|---|
Cardinal : δεκατέσσερα (dekatéssera) Ordinal : δέκατος τέταρτος (dékatos tétartos) | ||
Pronunciation edit
Numeral edit
δεκατέσσερα • (dekatéssera) n
Declension edit
Gender | masc. | fem. | neut. |
Nominative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
Genitive | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων |
Accusative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
Derived terms edit
- έχω τα μάτια μου δεκατέσσερα (écho ta mátia mou dekatéssera, “be on the alert”)