μαύρος φραγκολίνος

Greek

edit

Noun

edit

μαύρος φραγκολίνος (mávros fragkolínosm (plural μαύροι φραγκολίνοι)

  1. black francolin, Francolinus francolinus

Declension

edit
see: μαύρος (mávros) and φραγκολίνος (fragkolínos)
edit