μπακουνινιστής
Greek
editNoun
editμπακουνινιστής • (bakouninistís) m or f (plural μπακουνινιστές)
Declension
editDeclension of μπακουνινιστής
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | μπακουνινιστής • | μπακουνινιστές • |
genitive | μπακουνινιστή • | μπακουνινιστών • |
accusative | μπακουνινιστή • | μπακουνινιστές • |
vocative | μπακουνινιστή • | μπακουνινιστές • |
Further reading
edit- Μιχαήλ Μπακούνιν on the Greek Wikipedia.Wikipedia el