νευροτοξίνη
Greek
editNoun
editνευροτοξίνη • (nevrotoxíni) f (plural νευροτοξίνες)
Declension
editDeclension of νευροτοξίνη
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | νευροτοξίνη • | νευροτοξίνες • |
genitive | νευροτοξίνης • | νευροτοξινών • |
accusative | νευροτοξίνη • | νευροτοξίνες • |
vocative | νευροτοξίνη • | νευροτοξίνες • |
Further reading
edit- νευροτοξίνη on the Greek Wikipedia.Wikipedia el