παρουσιαστής
Greek
editNoun
editπαρουσιαστής • (parousiastís) m (plural παρουσιαστές, feminine παρουσιάστρια)
Declension
editDeclension of παρουσιαστής
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | παρουσιαστής • | παρουσιαστές • |
genitive | παρουσιαστή • | παρουσιαστών • |
accusative | παρουσιαστή • | παρουσιαστές • |
vocative | παρουσιαστή • | παρουσιαστές • |
Synonyms
edit- κομπέρ m (kompér)