ToDo - Sandbox - S0 - S1 - T - T1 - Cat - Cat1 - Cat2 - CSS (common / monobook / vector) - Αλφάβητο - Declension - Lists - Model pages - Parameters - Phrasebook - Sampler text - Sampler colour - Signature - Voc - menu
a
edit- αγλακώ • (el )
- αγουροθερίζω • (el )
- αγριώνω • (el )
- αγυρντίζω • (el )
- αγυρτεύω • (el )
- αγωγιάζω • (el )
- αδελφοποιώ • (el )
- αδιαβροχοποιώ • (el )
- αδολεσχώ • (el )
- αθλώ • (el )
- αιματοβάφω • (el )
- αιμολύω • (el )
- αιτιοκρατούμαι • (el )
- αιωρίζω • (el )
- αιωρώ • (el )
- ακαρτερώ • (el )
- ακεραιώνω • (el )
- ακκομπανιάρω • (el )
- ακοστάρω • (el )
- ακριβοεξετάζω • (el )
- ακροβολίζω • (el )
- ακροβολώ • (el )
- αλαμπάζω • (el )
- αλαργάρω • (el )
- αλαργέρνω • (el )
- αλαργεύω • (el )
- αλβανίζω • (el )
- αλεπουδίζω • (el )
- αλευρογυρίζω • (el )
- αλευροκοσκινίζω • (el )
- αλευροπασπαλίζω • (el )
- αλευροσακιάζω • (el )
- αλευροσταυρώνω • (el )
- αλλαξοφαγίζω • (el )
- αλληλεπικαλύπτομαι • (el )
- αλληλεπικρίνομαι • (el )
- αλληλοβρίζω • (el )
- αλληλοδανείζομαι • (el )
- αλληλοδιαπλέκομαι • (el )
- αλληλοεξαρτώμαι • (el )
- αλληλοεξοντώνομαι • (el )
- αλληλοκουρσεύομαι • (el )
- αλληλοπαρορμώμαι • (el )
- αλληλοσυγχαίρομαι • (el )
- αλληλοσφάζομαι • (el )
- αλληλοτραυματίζομαι • (el )
- αλληλουΐζω • (el )
- αλληλοϋποβλέπομαι • (el )
- αλληλουχώ • (el )
- αλλοφρονώ • (el )
- αλυσιδώνω • (el )
- αλφαβητίζω • (el )
- αλωνοθερίζω • (el )
- αμβλώνω • (el )
- αμεροληπτώ • (el )
- αμετάτακτος • (el )
- αμμοβολώ • (el )
- αμνώγω • (el )
- αμολάρω • (el )
- αμολέρνω • (el )
- αμόνω • (el )
- αμπαντέχω • (el )
- αμπελουργώ • (el )
- αμπελοφιλοσοφώ • (el )
- αμπώθω • (el )
- αμπώνω • (el )
- αμώνω • (el )