αντεπιχείρημα

Greek

edit

Etymology

edit

αντ- (ant-) +‎ επιχείρημα (epicheírima, argument)

Noun

edit

αντεπιχείρημα (antepicheíriman (plural αντεπιχειρήματα)

  1. counterargument
    Antonym: επιχείρημα (epicheírima)

Declension

edit
edit