δεντροτσομπανάκος
Greek
editPronunciation
editNoun
editδεντροτσομπανάκος • (dentrotsompanákos) m (plural δεντροτσομπανάκοι)
- alternative pronunciation of δεντροτσοπανάκος (dentrotsopanákos), from the variant τσομπάνος (tsompános) of τσοπάνος (tsopános)
Declension
editDeclension of δεντροτσομπανάκος
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | δεντροτσομπανάκος • | δεντροτσομπανάκοι • |
genitive | δεντροτσομπανάκου • | δεντροτσομπανάκων • |
accusative | δεντροτσομπανάκο • | δεντροτσομπανάκους • |
vocative | δεντροτσομπανάκο • | δεντροτσομπανάκοι • |