λειτουργιά
See also: λειτουργία
Greek
editNoun
editλειτουργιά • (leitourgiá) f (plural λειτουργιές)
Declension
editDeclension of λειτουργιά
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | λειτουργιά • | λειτουργιές • |
genitive | λειτουργιάς • | λειτουργιών • |
accusative | λειτουργιά • | λειτουργιές • |
vocative | λειτουργιά • | λειτουργιές • |