συμπεριφέρθηκα

Greek

edit

Pronunciation

edit
  • IPA(key): /sim.be.ɾiˈfeɾ.θi.ka/
  • Hyphenation: συ‧μπε‧ρι‧φέρ‧θη‧κα

Verb

edit

συμπεριφέρθηκα (symperiférthika)

  1. 1st person singular simple past form of συμπεριφέρομαι (symperiféromai).