The conjugation of συγχωρώ ( synchoró , “ I forgive ” ) with double infix -ησ-, -εσ- / -ηθ-, -εθ-
{{el-conjug-2nd-B-double
|present=συγχωρ
|alt-form=συγχωράω
|a-simplepast=συγχώρ
|infix-act-1=ησ
|infix-act-s-1=ήσ
|infix-act-2=εσ
|infix-act-s-2=έσ
|infix-pass-1=ηθ
|infix-pass-s-1=ήθ
|infix-pass-2=εθ
|infix-pass-s-2=έθ
|infix-ppp-1=η
|infix-ppp-2=ε
|cat=συγχωρώ
|p-presprt=[[συγχωρούμενος]], -η, -ο
}}
gives:
συγχωρώ, συγχωρούμαι
Active voice ➤
Passive voice ➤
Indicative mood ➤
Imperfective aspect ➤
Perfective aspect ➤
Imperfective aspect
Perfective aspect
Non-past tenses ➤
Present ➤
Dependent ➤
Present
Dependent
1 sg
συγχωρώ (συγχωράω → )
συγχωρήσω , συγχωρέσω
συγχωρούμαι
συγχωρηθώ , συγχωρεθώ
2 sg
συγχωρείς
συγχωρήσεις , συγχωρέσεις
συγχωρείσαι
συγχωρηθείς , συγχωρεθείς
3 sg
συγχωρεί
συγχωρήσει , συγχωρέσει
συγχωρείται
συγχωρηθεί , συγχωρεθεί
1 pl
συγχωρούμε
συγχωρήσουμε , [‑ομε ] , συγχωρέσουμε , [‑ομε ]
συγχωρούμαστε
συγχωρηθούμε , συγχωρεθούμε
2 pl
συγχωρείτε
συγχωρήσετε , συγχωρέσετε
συγχωρείστε , {συγχωρείσθε }
συγχωρηθείτε , συγχωρεθείτε
3 pl
συγχωρούν (ε )
συγχωρήσουν (ε ), συγχωρέσουν (ε )
συγχωρούνται
συγχωρηθούν (ε ), συγχωρεθούν (ε )
Past tenses ➤
Imperfect ➤
Simple past ➤
Imperfect
Simple past
1 sg
συγχωρούσα
συγχώρησα , συγχώρεσα
[συγχωρούμουν (α )]
συγχωρήθηκα , συγχωρέθηκα
2 sg
συγχωρούσες
συγχώρησες , συγχώρεσες
[συγχωρούσουν (α )]
συγχωρήθηκες , συγχωρέθηκες
3 sg
συγχωρούσε
συγχώρησε , συγχώρεσε
συγχωρούνταν , {συγχωρείτο }
συγχωρήθηκε , συγχωρέθηκε
1 pl
συγχωρούσαμε
συγχωρήσαμε , συγχωρέσαμε
συγχωρούμασταν , (‑ούμαστε )
συγχωρηθήκαμε , συγχωρεθήκαμε
2 pl
συγχωρούσατε
συγχωρήσατε , συγχωρέσατε
[συγχωρούσασταν , (‑ούσαστε )]
συγχωρηθήκατε , συγχωρεθήκατε
3 pl
συγχωρούσαν (ε )
συγχώρησαν , συγχωρήσαν (ε ), συγχώρεσαν , συγχωρέσαν (ε )
συγχωρούνταν , {συγχωρούντο }
συγχωρήθηκαν , συγχωρηθήκαν (ε ), συγχωρέθηκαν , συγχωρεθήκαν (ε )
Future tenses ➤
Continuous ➤
Simple ➤
Continuous
Simple
1 sg
θα συγχωρώ ➤
θα συγχωρήσω /συγχωρέσω ➤
θα συγχωρούμαι ➤
θα συγχωρηθώ /συγχωρεθώ ➤
2,3 sg , 1,2,3 pl
θα συγχωρείς , …
θα συγχωρήσεις /συγχωρέσεις , …
θα συγχωρείσαι , …
θα συγχωρηθείς /συγχωρεθείς , …
Perfect aspect ➤
Perfect aspect
Present perfect ➤
έχω , έχεις , … συγχωρήσει /συγχωρέσει έχω, έχεις, … συγχωρημένο/συγχωρεμένο, -η, -ο ➤
έχω, έχεις, … συγχωρηθεί /συγχωρεθεί είμαι , είσαι , … συγχωρημένος/συγχωρεμένος, -η, -ο ➤
Past perfect ➤
είχα , είχες , … συγχωρήσει /συγχωρέσει είχα, είχες, … συγχωρημένο/συγχωρεμένο, -η, -ο
είχα, είχες, … συγχωρηθεί /συγχωρεθεί ήμουν , ήσουν , … συγχωρημένος/συγχωρεμένος, -η, -ο
Future perfect ➤
θα έχω, θα έχεις, … συγχωρήσει /συγχωρέσει θα έχω, θα έχεις, … συγχωρημένο/συγχωρεμένο, -η, -ο
θα έχω, θα έχεις, … συγχωρ ηθεί/συγχωρεθεί θα είμαι, θα είσαι, … συγχωρημένος/συγχωρεμένος, -η, -ο
Subjunctive mood ➤
Formed using present , dependent (for simple past ) or present perfect from above with a particle (να , ας ).
Imperative mood ➤
Imperfective aspect
Perfective aspect
Imperfective aspect
Perfective aspect
2 sg
—
συγχώρησε , συγχώρεσε , συγχώρα
—
συγχωρήσου , συγχωρέσου
2 pl
συγχωρείτε
συγχωρήστε , συγχωρέστε
συγχωρείστε , {συγχωρείσθε }
συγχωρηθείτε , συγχωρεθείτε
Other forms
Active voice
Passive voice
Present participle➤
συγχωρώντας ➤
συγχωρούμενος , -η, -ο ➤
Perfect participle➤
έχοντας συγχωρήσει ➤
συγχωρημένος /συγχωρεμένος , -η, -ο ➤
Nonfinite form➤
συγχωρήσει , συγχωρέσει
συγχωρηθεί , συγχωρεθεί
Notes Appendix:Greek verbs
• (…) optional or informal. […] rare. {…} learned, archaic. • Multiple forms are shown in order of reducing frequency. • Periphrastic imperative forms may be produced using the subjunctive.
present
a-simplepast
infix-act-1 (for active forms)
infix-act-s-1 (streesed form of infix-act-1)
infix-pass-1 (for passive forms)
infix-pass-s-1
infix-ppp-1 (for passive perfect participle)
infix-act-2
infix-act-s-2
infix-pass-2
infix-pass-s-2
infix-ppp-2
If a second passive is needed (present -ιέμαι , imperfect -ιόμουν(α) , add passive-2=<the stem> as in στενοχωρώ ( stenochoró ) . Add note1 too!