ζαχαροπλαστεία

Greek

edit

Noun

edit

ζαχαροπλαστεία (zacharoplasteían

  1. Nominative plural form of ζαχαροπλαστείο (zacharoplasteío).
  2. Accusative plural form of ζαχαροπλαστείο (zacharoplasteío).
  3. Vocative plural form of ζαχαροπλαστείο (zacharoplasteío).