άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο
Greek
editAlternative forms
edit- αγνώστου ταυτότητος ιπτάμενο αντικείμενο (more formal)
Pronunciation
editNoun
editάγνωστης ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο • (ágnostis taftótitas iptámeno antikeímeno) n (plural άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενα αντικείμενα)
- unidentified flying object (literally: of unknown identity flying object)
Declension
edit- see: ιπτάμενος (iptámenos) and αντικείμενο (antikeímeno)
Synonyms
edit- ΑΤΙΑ (ATIA) (initialism)