Category:Greek semantic loans from French
Newest and oldest pages |
---|
Newest pages ordered by last category link update: |
Oldest pages ordered by last edit: |
Greek semantic loans from French, i.e. terms one or more of whose definitions was borrowed from a term in French.
To categorize a term into this category, use {{sl|el|fr|source_term}}
(or {{semantic loan|...}}
, using the same syntax), where source_term
is the French term that the term in question was borrowed from.
Top – Αα Ββ Γγ Δδ Εε Ζζ Ηη Θθ Ιι Κκ Λλ Μμ Νν Ξξ Οο Ππ Ρρ Σσ Ττ Υυ Φφ Χχ Ψψ Ωω |
Pages in category "Greek semantic loans from French"
The following 200 pages are in this category, out of 364 total.
(previous page) (next page)Α
- άβυσσος
- αγνώμων
- αγχωτικός
- άδεια
- αδιάθετος
- αδικώ
- αίρω
- Ακαδημία
- άκαμπτος
- άκανθα
- ακατάσβεστος
- ακατάστατος
- ακουστικός
- ακροάζομαι
- ακρόαση
- αλιεύω
- αλληλεγγύη
- αμνησία
- αμφίβολος
- αμφιτρύωνας
- αναγνωρίζω
- αναζωογονώ
- αναιμία
- αναλύω
- αναμένω
- αναπαυτικός
- αναφύομαι
- αναχώρηση
- αναψυκτικό
- αναψυκτικός
- ανέρχομαι
- ανθηρός
- άνθρακας
- ανία
- ανομοίωση
- ανταλλαγή
- αντιδρώ
- αντικατοπτρίζω
- απαραίτητος
- απεσταλμένος
- αποκεφαλίζω
- αποκλείω
- αποκρουστικός
- αποκρούω
- απολογητικός
- απομακρύνω
- απορροφώ
- αποστάζω
- αποστολέας
- αποστροφή
- απότομος
- αποφαίνομαι
- απόχρωση
- αρνητικός
- αρχαιολογία
- ασκώ
- άστρο
- αστρονομικός
- ασφαλής
- ατομικός
- άτομο
- αυταρχία
- αφιερώνω
- αφομοίωση
- αφορά
Δ
- δείκτης
- δεξιός
- δήλωση
- διαγράφω
- διαθέτω
- διαιρετέος
- διακήρυξη
- διακόσμηση
- διακοσμητικός
- διακοσμώ
- διακρίνω
- διαλελυμένος
- διαλύω
- διαμένω
- διαμονή
- διάνυσμα
- διαπνέω
- διάρκεια
- διαρρέω
- διασκεδάζω
- διασταυρώνω
- διαταραχή
- διατροφή
- διεγείρω
- διεκδικώ
- διευθύνω
- διευκολύνω
- διεφθαρμένος
- δικαίωμα
- δράμα
- δύναμη
- δυσάρεστος
- δυτικός
Ε
- εγγράφω
- εγγύηση
- εγκαθιδρύω
- εγκύκλιος
- εγκυμονώ
- εγρήγορση
- έδρα
- έθιμο
- ειδύλλιο
- εικονογραφικός
- ειλημμένος
- εισαγωγή
- εισπράκτορας
- εκ του σύνεγγυς
- εκδηλώνω
- εκδήλωση
- έκθεση
- εκμεταλλεύομαι
- εκνευρίζω
- εκπροσωπώ
- εκστρατεία
- εκτελώ
- εκτροπή
- εμβολή
- εν όψει
- εναλλαγή
- εναλλακτικός
- ενεργητικός
- ενήλικος
- εννοώ
- ενσταλάζω
- έντιμος
- εντοπίζω
- ένωση
- εξαίρεση
- εξαντλώ
- εξασκώ
- εξερευνώ
- εξοικειώνω
- επάγγελμα
- επαναφορά
- επαρχία
- επεκτατικός
- επενδύω
- επέτειος
- επιβαρύνω
- επιβιώνω
- επιβραδύνω
- επιδειξίας
- επιδιώκω
- επιζώ
- επιθεωρητής
- επιθεωρώ
- επίθημα
- επίκειται
- επικοινωνία
- επικράτεια
- επικρίνω
- επιρροή
- επιταγή
- επιφάνεια
- επιχείρηση
- ερμηνεία
- έρρινος
- ετυμολογία
- ευαισθησία
- ευθύνη
- ευκαιρία
- ευκολία
- ευσυνείδητος
- ευχάριστος
- ευχαρίστως